Συμφέρον: το οξυγόνο της ανάπτυξης (2002)

"Πάντα μοι έξεστιν, αλλ' ου πάντα συμφέρει."
Όλα έχω εξουσία να τα πράττω, δεν συμφέρουν όμως όλα.

(Α΄ Προς Κορινθίους, Κεφ. στ΄, στιχ. 12)

Ας εξετάσουμε ένα ερώτημα. Τι είναι αυτό που κινεί τους ανθρώπους να κάνουν πράγματα; Σε πρώτο επίπεδο υπάρχουν πολλές απαντήσεις. Πίσω όμως από όλες θα βρούμε έναν κοινό παρονομαστή: το συμφέρον. Δεν υπάρχει τίποτα άλλο ικανό να αποσπά από έναν άνθρωπο χρόνο και ενέργεια σε μόνιμη βάση.
Κανείς δε δουλεύει χωρίς να πληρώνεται. Κανείς δεν δίνει το χρόνο του χωρίς κάποιο αντάλλαγμα. Αν δεν είναι υλικό, τότε θα είναι συναισθηματική πληρότητα, κοινωνική αποδοχή ή αυτοεπιβεβαίωση. Με λίγα λόγια, θέλουμε να ικανοποιούμε τις υλικές μας ανάγκες και ν' αρέσουμε στον εαυτό μας και στους άλλους. Δεν υπάρχουν άλλα γνήσια κίνητρα. Μήπως, όμως, υπάρχουν εξαιρέσεις;
Πόσοι από εμάς θα ετοίμαζαν μία φορά την εβδομάδα φαγητό και θα πήγαιναν να το προσφέρουν σε κάποιον άπορο της γειτονιάς; Είναι πρόσθετο κόστος στον ήδη βεβαρυμένο οικογενειακό πρϋπολογισμό μας; Σύμφωνοι. Τότε, πόσοι θα αφιέρωναν μία ώρα την εβδομάδα για να επισκεφθούν έναν μοναχικό κατάκοιτο ηλικιωμένο και να του κρατήσουν συντροφιά; Για μία φορά, ίσως αρκετοί. Μπορεί και για δύο. Αλλά κάθε εβδομάδα, για χρόνια ολόκληρα; Κάποιοι το κάνουν. Ως εθελοντική εργασία στα πλαίσια της πίστης ή της ιδεολογίας. Άλλωστε η εκκλησιαστική ιστορία και παράδοση είναι πλούσια σε παραδείγματα ευσεβών που φτάνουν μέχρι αυτοθυσίας για τον συνάνθρωπο, χωρίς, πραγματικά, κανένα προσωπικό ώφελος. Αυτό είναι αλήθεια. Υπάρχουν, όντως, άνθρωποι που προσφέρουν δίχως να περιμένουν αντάλλαγμα. Όχι, από ανθρώπους. Όχι, στον κόσμο τούτο. Περιμένουν όμως από το Θεό. Θέλουν ν' αρέσουν σ' Εκείνον. Έχουν, τελικά, συμφέρον. Και μάλιστα αιώνιο.
Όσο για τους ιδεολόγους, αυτοί δεν κρατούν πολύ. Μάλλον είναι λίγοι οι μεσήλικες που έχουν ενεργό δράση σε κοινωνικές ομάδες εθελοντικής εργασίας. Οι ομάδες αυτές απαρτίζονται κατά κανόνα από νέους ανθρώπους. Που έχουν την πολυτέλεια του χρόνου και της άγνοιας να δοκιμάζουν πράγματα μόνο και μόνο για να δουν πού θα τους βγάλουν. Αλλά κι εκείνων τα ελατήρια δεν είναι αμιγώς αλτρουϊστικά. Στον πυρήνα κάθε ιδεολογίας βρίσκεται η επαγγελία βελτίωσης του κόσμου. Οι ιδεολόγοι συχνά καταθέτουν και το αίμα τους για ν' αλλάξουν τον κόσμο, ωστόσο, στο όραμά τους έχουν θέση κι οι ίδιοι μέσα στο νέο, καλύτερο κόσμο. Αν δεν είχαν, είναι πολύ απίθανο να έκαναν τον κόπο.
Ίσως η λέξη "συμφέρον" ακούγεται πολύ ωμή, ακόμα και άδικη όταν συναρτάται με την ιδεολογία ή, ακόμα περισσότερο, την πίστη. Αυτό οφείλεται στην αρνητική χροιά που έχει προσλάβει η λέξη, λόγω κακής χρήσης. Με την τρέχουσα έννοια, ένας άνθρωπος που "κοιτάει το συμφέρον του" είναι ένας ανάλγητος εγωϊστής που θέλει να βγάλει λεφτά. Μάλλον με διαφορετικό πνεύμα χρησιμοποιούσε ο απόστολος Παύλος την λέξη, στην προς Κορινθίους Επιστολή του.
Σύμφωνα με το λεξικό, συμφέρω=συν+φέρω, φέρω μαζί μου, κουβαλώ. Δηλαδή, οι απαραίτητες αποσκευές μου, όσα χρειάζομαι άμεσα, όσα με ωφελούν, με εξυπηρετούν, αυτά που, ανάμεσα σε όλα, διαλέγω να έχω στο σακίδιό μου, γιατί δεν μπορώ να τα κουβαλώ όλα.
Είναι όχι μόνο θεμιτό αλλά και απόλυτα επιβεβλημένο να επιδιώκει καθείς το συμφέρον του. Το σημείο ολίσθησης κρύβεται στον ορισμό του συμφέροντος. Στο ταξίδι, συμφέρει η οδοντόβουρτσα. Στον πόλεμο, το όπλο. Στη ζωή, λίγα χρήματα, λίγη αγάπη κι η ομολογία στον Ιησού Χριστό.
Αν λοιπόν το άτομο δεν κάνει και πολλά πράγματα χωρίς συμφέρον, τι θα μπορούσαμε να περιμένουμε από εταιρίες ή κυβερνήσεις; Θα δειχτούμε τόσο αφελείς ώστε να πιστέψουμε ότι θα κάνουν οτιδήποτε για μας αν δεν το έχουμε προπληρώσει και, συχνά μάλιστα, πολύ ακριβά; Είναι έστω κι ελάχιστα πιθανό, μια εταιρία ή κυβέρνηση να κινείται από ανθρωπιστικά ελατήρια; Να προσφέρει, με μοναδική προσδοκία την Σωτηρία της ψυχής; Ίσως, θεωρητικά.
Στην πράξη, σκοπός και επιδίωξη κάθε εταιρίας είναι το χρηματικό κέρδος. Κάθε κυβέρνησης, η ευημερία και δόξα των μελών της και η επανεκλογή. Με αυτούς τους όρους, τα πάντα είναι ένα μαγαζί. Αν θέλουμε καλή εξυπηρέτηση, δεν μας μένει άλλη επιλογή από το να γίνουμε έξυπνοι, δύσκολοι πελάτες.
Ξεκινάμε με το να αποδεχτούμε τους όρους του παιχνιδιού. Γνωρίζοντας πια ότι τα πάντα ανάγονται στο συμφέρον, δεν έχει νόημα να προσβλέπουμε σε κομμουνιστικές ουτοπίες ή σοζιαλίζουσες χρυσές τομές. Γιατί και σε τέτοιες δομές κάποια άτομα θα πρέπει να κυβερνήσουν, να διαχειριστούν, ν' αποφασίσουν. Αν στηρίξουμε το μέλλον μας στα καλά τους αισθήματα ή στην ιδεολογική τους συνέπεια, τότε παραδίδουμε το μέλλον μας σε ξένα και τρεμάμενα χέρια. Εκτός κι αν τύχουμε σε τάγμα αγγέλων. Θέλουμε να βάλουμε τέτοιο στοίχημα;
Εφόσον τα πάντα είναι ένα μαγαζί, το καλύτερο οικονομικό σύστημα είναι ο καπιταλισμός. Γιατί στηρίζεται στην αρχή δίνω-παίρνω. Στο συμφέρον. Όχι στις καλές προθέσεις ή ιδέες. Είναι δηλαδή εναρμονισμένος με τη φύση του ανθρώπου, άρα και το φυσικό πλαίσιο της ανάπτυξής του.
Μια δοσοληψία είναι καλή και για τα δύο μέλη, όταν και τα δύο μέλη γνωρίζουν καλά τι θέλουν, ξέρουν τις αρχές του παζαριού, τις εφαρμόζουν, και φτάνουν σε συμφωνία. Με αυτή τη λογική, αν ψηφίζουμε κυβέρνηση για να μας χαρίσει τα χρέη ή οτιδήποτε άλλο, χάσαμε. Αν περιμένουμε από κρατικοδίαιτα μονοπώλια καλές υπηρεσίες, θα περιμένουμε πολύ. Πίσω και από τον πιο κολοσσιαίο θεσμό ή οργανισμό υπάρχουν θνητοί άνθρωποι. Με αδυναμίες. Με προβλήματα. Συχνα ευάλωτοι. Σπάνια άγιοι. Αν δεν κινηθούν από το συμφέρον τους να κάνουν κάτι παραπάνω, οι πιθανότητες λένε ότι δεν θα το κάνουν. Άρα η λύση είναι μία: να κάνουμε την εξυπηρέτησή μας συμφέρον τους.
Η Ελλάδα υποφέρει από σοσιαλίτιδα. Βολεύεται σε παροχές, επαφίεται για τα πάντα στο κράτος, στηρίζει τα κρατικά μονοπώλια, αποστρέφεται και μποϋκοτάρει την επιχειρηματικότητα και τις ιδιωτικοποιήσεις. Είναι ώρα να ανοίξουμε τα μάτια μας. Τρέμουμε μήπως το κράτος γίνει αδίστακτος επιχειρηματίας και χάσουμε τα κεκτημένα. Την ίδια στιγμή οι τυχάρπαστοι που λυμαίνονται τον εθνικό πλούτο με τη δική μας ψήφο, είναι κάτι πολύ χειρότερο από αδίστακτοι επιχειρηματίες: αδίστακτοι εισοδηματίες. Οι επιχειρηματίες κάτι παράγουν. Ενώ οι κυβερνώντες μόνο εισπράττουν. Απ' όλους εμάς. Χωρίς εμείς ποτέ να ζητάμε το λόγο. Γιατί ποτέ δεν ήμασταν πελάτες με απαιτήσεις. Δίνουμε πάντα ό,τι μας ζητήσουν και παίρνουμε ό,τι μας δώσουν.
Ο λόγος που πολλοί ταμπουρώνονται πίσω από σοσιαλιστικά οχυρά είναι ότι ο σκληρός, λεγόμενος, ο ουσιαστικός εν τέλει, καπιταλισμός, σημαίνει σκληρό ανταγωνισμό. Σημαίνει ξεβόλεμα και διαρκή προσπάθεια. Κι αυτό δεν τους αρέσει.
Γι' αυτό και στο πρόσφατο παρελθόν σε κάθε εξαγγελία ιδωτικοποίησης (π.χ. τράπεζες, ΟΤΕ) σηκώνονταν κύματα κοινωνικής αναταραχής. Είναι, άλλωστε, πολύ φυσικό: κάποιοι βρέθηκαν στο δρόμο. Πράγμα, βέβαια, πολύ δυσάρεστο. Πράγμα, όμως, που για τους πολλούς, όσους εργάζονται στον ιδιωτικό τομέα, είναι ψωμοτύρι. Εκεί είναι σύνηθες, αν όχι αναμενόμενο, ν' απολύεται κανείς δύο ή τρεις ή πέντε φορές στη διάρκεια της καριέρας του. Πάνω σε ποια συνταγματική βάση, θα πρέπει ο δημόσιος να έχει ιδιαίτερη μεταχείριση; Κι αν, από κάποιο καπρίτσιο των θεσμών αυτής της χώρας, βρέθηκε για ένα διάστημα ν' απολαμβάνει την προοπτική της μονιμότητας, γιατί νομιμοποιείται τώρα, που η ιδιωτικοποίηση έβαλε τέλος σ' αυτό το διάστημα, να επαναστατεί και να αξιώνει;
Όχι μόνο θα πρέπει να ιδιωτικοποιηθούν το συντομότερο όσες εταιρίες μπορούν, αλλά και οι υπόλοιπες, που από τη φύση τους θα παραμείνουν δημόσιες, π.χ. η εφορία, τα υπουργεία, και η ίδια η κυβέρνηση, δέον να λειτουργούν με τη φιλοσοφία ιδιωτικής επιχείρησης. Ως μαγαζιά. Όταν το μαγαζί μπαίνει μέσα μία, δύο, τρεις φορές, στο τέλος κλείνει. Άρα θα κάνει τα πάντα για να μην μπει μέσα. Ενώ όταν ένας δημόσιος φορέας μπει μέσα, απλά αντλεί από τον κρατικό κορβανά. Κλέβοντας από το μέλλον της χώρας. Θέλουμε, όντως, μια χώρα χωρίς μέλλον;
Έλα όμως που, καθώς το δημόσιο αρχίζει να ιδιωτικοποιείται, οφείλει να επιληφθεί - ως καλός επιχειρηματίας - από τη μια να αυξήσει την αποδοτικότητα και να αναβαθμίσει τις υπηρεσίες και από την άλλη να ρίξει το κόστος, ώστε να βγει το μαγαζί. Για να τα καταφέρει, χρειάζεται να απαιτήσει περισσότερα από τους υπαλλήλους ή, ακόμα, να κάνει περικοπές στο προσωπικό. Ταράζοντας την μακαριότητα της μονιμότητας. Στο σημείο αυτό, ο λαός αρχίζει να ενοχλείται.
Ο λαός συνήθως δεν σκέφτεται καθαρά. Όταν υπερμάχεται του δικαιώματος να κατέχει ισόβια μια θέση εργασίας σε μια δημόσια υπηρεσία, όπου η ανάγκη για αποτελεσματικότητα, ο έλεγχος της αποδοτικότητας και το φάσμα της δυσμένειας ή της απόλυσης είναι αδιανόητο να έχουν θέση, τότε, χωρίς να το αντιλαμβάνεται, αιτείται την εξαθλίωση της δημόσιας ζωής. Όταν το όνειρο ενός λαού είναι "να κάθομαι και να τα παίρνω", ποιος θα εργαστεί ώστε η ποιότητα των αγαθών και των υπηρεσιών να είναι σε αξιοπρεπή επίπεδα; Τα άλλα κορόιδα "πλην ημών"; Ένας άλλος λαός; Ή με κάποιο μαγικό τρόπο θα γίνουν μόνα τους; Ο λαός όμως αρνείται να δει κατάματα την πραγματικότητα. Όταν λουφάρει στην εργασία του, απλά "εκδικείται το σύστημα". Όταν όμως υφίσταται τις συνέπειες της εθνικής λούφας, με τη μορφή κακής εξυπηρέτησης ή οπισθοδρόμησης της οικονομίας, "φταίει το κράτος". Ποιος διάολος είναι τελικά το κράτος;
Επιστρέφουμε, λοιπόν, στο συμφέρον. Διότι για ν' αποδώσει ο άνθρωπος, χρειάζεται κίνητρο. Όταν μια κοινωνία δεν είναι εξελιγμένη πνευματικά και φιλοσοφικά, ώστε κίνητρα να αποτελούν η αγάπη προς τον άνθρωπο ή η ευρυθμία του κοινωνικού βίου, τότε ως μόνο κίνητρο απομένει η ατομική επιβίωση, που είναι άλλωστε και το πιο ισχυρό. Αν αφαιρέσεις και τούτο, εισάγοντας μια δημοσιοϋπαλληλικού τύπου ασυλία, τότε δεν μένει κανένας λόγος για να λειτουργούν σωστά τα πράγματα. Μένει, στην καλύτερη περίπτωση, το φιλότιμο κάποιων λίγων και η κεκτημένη ταχύτητα - η όποια - που κινούν κάπως τη μηχανή, ώστε να μην κολλήσει εντελώς.
Οπωσδήποτε, ο καπιταλισμός, οι ιδιωτικοποιήσεις και η επιχειρηματικότητα δεν είναι τα κλειδιά του παραδείσου. Δεν είναι αναίμακτες, ούτε αλάνθαστες λύσεις. Ίσως δεν είναι καν καλές προτάσεις. Είναι όμως οι καλύτερες που έχουμε. Γιατί στηρίζονται άμεσα σε μια διαχρονική, αναλλοίωτη, πανανθρώπινη αρχή: το συμφέρον. Έτερα κοινωνικο-οικονομικά σχήματα στηρίζονται σε ιδέες και προθέσεις. Οι οποίες, από εποχής Βαβέλ και δώθε, είναι καταδικασμένες να διαφέρουν με τον άνθρωπο και ν' αλλάζουν με το χρόνο. Κι αυτές, άλλωστε, συναρτημένες με το συμφέρον είναι. Δεν είναι τυχαίο ότι κομμουνιστές είναι οι φτωχοί κι οι καταφρονεμένοι. Συνειδητοί καπιταλιστές, οι πλούσιοι κι οι ελεύθεροι. Γιατί η ιδεολογία ακολουθεί πάντα το συμφέρον. Κι αν το συμφέρον αλλάξει ρότα, θα αλλάξει κι η ιδεολογία. Οπότε το σχήμα που στηρίχτηκε σ' αυτήν θα αρχίσει να κλονίζεται. Θα μείνει δίχως ψυχή. Και στο τέλος θα καταρρεύσει. Όπως συμβαίνει με κάθε ψέμμα (στην πολιτική γλώσσα: ουτοπία).
Τείνουμε ν' αγνοούμε την αλήθεια, γιατί συνήθως είναι σκληρή. Δεν χαϊδεύει την υπαρξιακή μας αγωνία. Είναι όμως η μόνη που διαρκεί. Η μόνη που δουλεύει. Τελικά, η μόνη που συμφέρει.

Θεσσαλονίκη, Μάρτιος 2002